Το έδαφος, ως μίγμα υλικών και ουσιών, είναι εξαιρετικά ανομοιογενές τόσο από μηχανικής σύστασης όσο και από φυσικοχημικής συμπεριφοράς, ακόμα και μέσα στον ίδιο αγρό. Σε κάποια σημεία ο αγρός μπορεί να στραγγίζει πιο εύκολα, ενώ σε άλλα το χώμα είναι πιο βαρύ. Επίσης, η ανομοιογενής χημική σύσταση του εδάφους στον αγρό επηρεάζει και την απόδοση της καλλιέργειας. Αυτό σημαίνει ότι η απόδοση της καλλιέργειας μπορεί να αλλάζει από σημείο σε σημείο, περισσότερο ή λιγότερο έντονα.
Αφού η κατάσταση του εδάφους σε έναν αγρό είναι τόσο ανομοιογενής από σημείο σε σημείο του ίδιου αγρού, αντιλαμβανόμαστε όλοι το πόσο σημαντικό είναι να μπορούμε να πάρουμε αντιπροσωπευτικό δείγμα εδάφους. Η λήψη ενός αντιπροσωπευτικού δείγματος χρησιμοποιώντας σωστή μεθοδολογία δίνει τη δυνατότητα να αποτυπωθεί στο μέγιστο δυνατό βαθμό η πραγματική ποιότητα του εδάφους του αγρού.
Η δειγματοληψία εδαφικού δείγματος είναι μια σχετικά σύνθετη διαδικασία, η οποία περιλαμβάνει ορισμένα βασικά βήματα που μπορεί να εκτελέσει ο καθένας με ευκολία:
Προετοιμασία υλικών και εργαλείων
Διαχωρισμός των ζωνών «ομοιογένειας» του εδάφους
Επιλογή θέσεων δειγματοληψίας σε κάθε «ομοιογενή» ζώνη
Λήψη υποδειγμάτων εδάφους σε διάφορα βάθη, ανάλογα με την καλλιέργεια
Ομογενοποίηση των υποδειγμάτων σε ένα ενιαίο σύνθετο δείγμα, εφόσον απαιτείται
Προετοιμασία εξοπλισμού δειγματοληψίας
Πριν ξεκινήσετε, πρέπει να επικοινωνήσετε με το εργαστήριο που θα εκτελέσει τις εδαφολογικές αναλύσεις και να ζητήσετε να σας ενημερώσουν για τα παρακάτω ζητήματα:
Προσφερόμενα πακέτα αναλύσεων εδαφικών δειγμάτων και ποιες παραμέτρους περιλαμβάνουν
Αίτηση ανάλυσης
Οδηγίες δειγματοληψίας
Οδηγίες προετοιμασίας του δείγματος, πριν αποσταλεί στο εργαστήριο
Γενικά, για να εκτελέσετε τη λήψη εδαφικού δείγματος θα χρειαστείτε ένα δειγματολήπτη εδάφους ή αρίδα, καθαρούς κουβάδες και μαρκαδόρο. Για δική σας ευκολία, μπορείτε να σημαδέψετε το δειγματολήπτη ή την αρίδα στα βάθη που θέλετε να πάρετε δείγμα. Αν δεν έχετε δειγματολήπτη ή αρίδα, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε φτυάρι ή πατόφτυαρο, αλλά είναι πιο δύσκολη και κουραστική η δειγματοληψία και παίρνετε μεγαλύτερη ποσότητα από όση απαιτείται.
Διαχωρισμός ζωνών «ομοιογένειας» του αγρού
Για να είναι το δείγμα εδάφους όσο το δυνατόν πιο αντιπροσωπευτικό, θα πρέπει πρώτα ο αγρός να χωριστεί σε ζώνες που έχουν «ομοιογενές» έδαφος. Ένας αγρός μπορεί να ανήκει ολόκληρος σε μία μόνο ζώνη ή να περιλαμβάνει πολλές ζώνες, όπου το έδαφος διαφέρει σημαντικά.
Τα βασικά κριτήρια για το χωρισμό του αγρού σε χωριστές ζώνες «ομοιογένειας» του εδάφους είναι:
Η οπτική υφή του εδάφους. Περιοχές του αγρού όπου η υφή του αλλάζει σημαντικά, από αμμώδη σε πιο αργιλώδη, ανήκουν σε ξεχωριστές ζώνες δειγματοληψίας. Η αλλαγή του χρώματος του εδάφους είναι επίσης μια ένδειξη διαφορετικής υφής.
Το ανάγλυφο του αγρού. Επίπεδοι αγροί με μηδενική ή πολύ μικρή κλίση μπορούν να αποτελούνται από μία μόνο ζώνη. Αντιθέτως, αγροί με μεγάλη κλίση ή έντονο ανάγλυφο περιλαμβάνουν πολλές ζώνες, π.χ. μία ζώνη στην κορυφή του αγρού, μία στη χαμηλότερη περιοχή, μία στην πλαγιά κλπ.
Διαφοροποίηση των καλλιεργειών στον ίδιο αγρό. Εάν στο ίδιο χωράφι υπάρχουν πολλές διαφορετικές καλλιέργειες, κάθε καλλιέργεια αντιστοιχεί σε ξεχωριστή ζώνη δειγματοληψίας.
Διαφοροποίηση της απόδοσης της καλλιέργειας στον ίδιο αγρό. Εάν υπάρχει εγκατεστημένη καλλιέργεια στον αγρό, οι περιοχές στις οποίες η ανάπτυξη των φυτών και η απόδοσή τους σε καρπό υστερεί σε σχέση με τον υπόλοιπο αγρό αποτελούν ξεχωριστές ζώνες δειγματοληψίας.
Ο διαχωρισμός του αγρού σε ζώνες είναι υποχρεωτικός όταν εξετάζονται μεγάλες ενιαίες εκτάσεις. Γενικά, συστήνεται οι ζώνες να μην ξεπερνούν τα 150 στρέμματα. Συνήθως οι ζώνες έχουν μέγιστη έκταση τα 50 στρέμματα.
Καθώς σε κάθε ζώνη «ομοιογένειας» του εδάφους αντιστοιχεί ένα σύνθετο δείγμα, ο καθορισμός του αριθμού των ζωνών σε έναν αγρό επηρεάζει και την συνολική οικονομική επιβάρυνση για την εκτέλεση των εδαφολογικών αναλύσεων στα δείγματα που θα ληφθούν. Αυτό σημαίνει ότι αν ένας αγρός χωριστεί σε 3 ζώνες, από τον αγρό αυτό θα ληφθούν 3 σύνθετα δείγματα εδάφους, άρα θα εκτελεστούν 3 εδαφολογικές αναλύσεις, μία για κάθε δείγμα.
Γίνεται λοιπόν κατανοητό ότι ο χωρισμός του αγρού σε περισσότερες από μία ζώνες αποσκοπεί στην αποτύπωση της κατάστασης του εδάφους με τρόπο όσο το δυνατόν πιο αντιπροσωπευτικό. Εντούτοις, το κόστος εκτέλεσης πολλών εδαφολογικών αναλύσεων για έναν μόνο αγρό μπορεί να είναι δυσανάλογο προς την έκταση του αγρού. Γι’ αυτό η λήψη μόνο ενός δείγματος ανά 50 στρέμματα θεωρείται ότι είναι αρκετά αντιπροσωπευτική για τις συνήθεις συνθήκες και μορφολογία του ανάγλυφου.
Επιλογή θέσεων δειγματοληψίας
Αφού καθορίσετε τις ζώνες στον αγρό, επιλέγετε τα σημεία από τα οποία θα λάβετε τα υποδείγματα εδάφους ακολουθώντας τις παρακάτω οδηγίες.
Εάν στον αγρό δεν υπάρχει καλλιέργεια ή υπάρχει καλλιέργεια που δεν είναι δενδρώδης:
Αποφεύγουμε να πάρουμε υποδείγματα από:
α) Γωνίες χωραφιών
β) Μικρές περιοχές που έχουν κακή στράγγιση, βαθουλώματα του ανάγλυφου κλπ.
γ) Περιοχές στα όρια του αγροτεμαχίου και σε απόσταση 10-15 μ. από κατασκευές, στάβλους, δρόμους, αυλάκια ή τοποθεσίες που παρουσιάζουν διάβρωση.
Επιλέγουμε τις θέσεις δειγματοληψίας με έναν από τους παρακάτω τρόπους:
α) Χιαστί
β) Ζιγκ-ζαγκ
γ) τυχαία
Γενικώς απαιτούνται τουλάχιστον 4 – 6 θέσεις δειγματοληψίας ανά ζώνη. Η θεωρία απαιτεί 10 – 12 θέσεις, όμως στις περισσότερες περιπτώσεις 5 θέσεις είναι αρκετές. Τα σημεία από τα οποία παίρνουμε δείγματα εδάφους πρέπει να απέχουν τουλάχιστον 30 μέτρα μεταξύ τους.
Λαμβάνουμε χωριστά υποδείγματα από «καλές» και «κακές» ζώνες. Επίσης, σε επικλινή αγροτεμάχια λαμβάνουμε χωριστά υποδείγματα για τα υψηλά και για τα χαμηλά τμήματα.
Εάν στον αγρό υπάρχει δενδροκαλλιέργεια:
Αποφεύγουμε να πάρουμε υποδείγματα από:
α) Γωνίες χωραφιών
β) Μικρές περιοχές που έχουν κακή στράγγιση, βαθουλώματα του ανάγλυφου κλπ.
γ) Περιοχές στα όρια του αγροτεμαχίου και σε απόσταση 10-15 μ. από κατασκευές, στάβλους, δρόμους, αυλάκια ή τοποθεσίες που παρουσιάζουν διάβρωση.
Επιλέγουμε τα δέντρα κοντά στα οποία θα ληφθούν υποδείγματα με έναν από τους παρακάτω τρόπους:
α) Χιαστί
β) Ζιγκ-ζαγκ
γ) τυχαία
Τα δέντρα που θα επιλεγούν για τις θέσεις δειγματοληψίας θα πρέπει να αντιστοιχούν περίπου στο 10% του συνολικού αριθμού των δέντρων στον αγρό. Γενικώς απαιτούνται τουλάχιστον 4 – 6 θέσεις δειγματοληψίας ανά ζώνη. Η θεωρία απαιτεί 10 – 12 θέσεις, όμως στις περισσότερες περιπτώσεις 5 θέσεις είναι αρκετές. Τα σημεία από τα οποία παίρνουμε δείγματα εδάφους πρέπει να απέχουν τουλάχιστον 30 μέτρα μεταξύ τους.
Επιλέγουμε σημείο κάτω από τη φυλλωσιά του δέντρου, στη μέση της ακτίνας της φυλλωσιάς και πάνω στην ακτίνα που φτάνει ο εκτοξευτήρας (sprinkler) που χρησιμοποιούμε για άρδευση.
Λαμβάνουμε χωριστά υποδείγματα από «καλές» και «κακές» ζώνες. Επίσης, σε επικλινή αγροτεμάχια λαμβάνουμε χωριστά υποδείγματα για τα υψηλά και για τα χαμηλά τμήματα.
Εκτέλεση δειγματοληψίας
Ανάλογα με την καλλιέργεια που υπάρχει ήδη ή πρόκειται να εγκατασταθεί στον αγρό, καθορίζονται και τα βάθη από τα οποία θα ληφθούν τα δείγματα εδάφους. Συνεπώς, απαιτούνται:
Για φυτά μεγάλης καλλιέργειας (σιτηρά κλπ) à 1 δείγμα από βάθος 0-30 εκατοστά
Για κηπευτικά (μαρούλια κλπ) à 1 δείγμα από βάθος 0-30 εκατοστά
Για λιβάδια και βοσκοτόπια à 1 δείγμα από βάθος 0-10 εκατοστά
Για δενδρώδεις καλλιέργειες και αμπέλια à 1 δείγμα από βάθος 0-30 εκατοστά και 1 δείγμα από βάθος 30-60 εκατοστά
Προσοχή: για τις δενδρώδεις καλλιέργειες και τα αμπέλια, από το ίδιο σημείο δειγματοληψίας λαμβάνονται 2 δείγματα, 1 από βάθος 0-30 εκ. και 1 από βάθος 30-60 εκ. Τα δείγματα αυτά αναμιγνύονται χωριστά και πρέπει να είναι γνωστό ποιο δείγμα λήφθηκε από κάθε βάθος.
Τα βήματα που ακολουθούμε σε κάθε σημείο δειγματοληψίας είναι:
Αφαιρούμε τα πρώτα 5-10 εκατοστά από το έδαφος. Αυτά δεν θα περιληφθούν στο δείγμα.
Με το δειγματολήπτη εδάφους, την αρίδα ή το φτυάρι παίρνουμε υποδείγμα χώματος μέχρι συνολικό βάθος 30 εκατοστών.
Εφόσον απαιτείται, παίρνουμε και δεύτερο δείγμα μέχρι συνολικό βάθος 60 εκατοστών.
Συλλέγουμε τα υποδείγματα εδάφους για κάθε βάθος σε έναν κουβά ή ένα σάκο. Προσοχή: δεν αναμιγνύουμε δείγματα από διαφορετικές ζώνες, ούτε από διαφορετικά βάθη.
Αφού μαζέψουμε υποδείγματα από όλες τις θέσεις, ανακατεύουμε καλά το περιεχόμενο του κουβά ή του σάκου. Από το σύνολο του χώματος που μαζεύουμε, στέλνουμε στο εργαστήριο το πολύ 1 kg χώματος.
Πότε εκτελούνται οι εδαφολογικές αναλύσεις;
Η κατάλληλη χρονική περίοδος για τις εδαφολογικές αναλύσεις εξαρτάται από το σκοπό της εδαφολογικής ανάλυσης. Σε κάθε περίπτωση, η δειγματοληψία εδάφους θα πρέπει να γίνεται πριν τη λίπανση, ώστε να υπάρχει αρκετός χρόνος για την εκτέλεση των εδαφολογικών αναλύσεων και το σχεδιασμό της λίπανσης με βάση τα αποτελέσματα των αναλύσεων αυτών. Επίσης, η δειγματοληψία εδάφους δε θα πρέπει να γίνεται μετά από ασβέστωση ή προσθήκη οργανικών ουσιών (κοπριά, χλωρή νομή κλπ).
Για την παρακολούθηση των διαθέσιμων θρεπτικών του εδάφους κατά τη φάση ανάπτυξης των φυτών, τα δείγματα εδάφους λαμβάνονται μέσα στη χρονική φάση ανάπτυξης της καλλιέργειας πριν την εφαρμογή της λίπανσης.
Για το σχεδιασμό της λίπανσης σε ετήσια καλλιέργεια (σιτάρι, καλαμπόκι, βαμβάκι κλπ), τα δείγματα εδάφους λαμβάνονται μετά τη συγκομιδή και πριν τη νέα σπορά.
Για το σχεδιασμό μιας νέας καλλιέργειας, τα δείγματα εδάφους λαμβάνονται πριν την εγκατάσταση της καλλιέργειας.
Γενικά, συστήνεται η δειγματοληψία των εδαφών να γίνεται το φθινόπωρο και πάντοτε λαμβάνοντας υπόψη τους παραπάνω κανόνες. Είναι σημαντικό η δειγματοληψία να γίνεται κάθε φορά την ίδια εποχή του χρόνου. Τα δύο πρώτα χρόνια κάνουμε δειγματοληψία κάθε χρόνο. Όταν αποκτήσουμε μια σταθερή και πλήρη εικόνα για την κατάσταση των εδαφών, μπορούμε να αραιώσουμε σε 1 δειγματοληψία κάθε 2-3 χρόνια. Παράλληλα, δεν ξεχνάμε ότι έχει μεγάλη σημασία να κάνουμε δειγματοληψία φύλλων στη μέση της καλλιεργητικής περιόδου, ώστε να γίνουν μικροδιορθώσεις στη λίπανση.
Πηγή: United Nations Food and Agriculture Organization (UN-FAO), Methods of Analysis for Soils of Arid and Semi-arid Regions, Rome 2007 ENVIROSOL, Οδηγίες δειγματοληψίας εδαφών, 2013